- ζαρταλούδι
- το абрикос (плод)
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ζαρταλούδι — το η ζερδελιά*. [ΕΤΥΜΟΛ. < περσ. zardalu (> τουρκ. zerdali «άγριο βερίκοκο») το οποίο είναι σύνθετο από zard «κίτρινος, χρυσαφής» + ālū «φρούτο»] … Dictionary of Greek
ζέρδελο — και ζαρδαλί και ζέρδελο και ζαρταλούδι, το ο καρπός τής βερικοκιάς, το βερίκοκο. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. zerdeli < ινδ. zardalu] … Dictionary of Greek